Ως χαμηλή όραση ορίζεται η κατάσταση κατά την οποία υπάρχει όραση με οπτική οξύτητα μικρότερη από 2/10 ή οπτικό πεδίο μικρότερο από 20°, η οποία δεν μπορεί να βελτιωθεί με την καλύτερη δυνατή διόρθωση με γυαλιά, φακούς επαφής, είτε και με κάποια επέμβαση. Παθήσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε χαμηλή όραση είναι ο ηλικιακός εκφυλισμός της ωχράς κηλίδας, η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, το προχωρημένο γλαύκωμα, η ατροφία του οπτικού νεύρου και η παθολογική μυωπία. Προβλήματα χαμηλής όρασης που έχουν εμφανιστεί σε νεώτερης ηλικίας άτομα οφείλονται σε εκ γενετής ή κληρονομικές ανωμαλίες.
Για να διευκολύνουν την καθημερινότητά τους τα άτομα με χαμηλή όραση και να αξιοποιήσουν στο έπακρο την όραση που έχουν μπορούν να χρησιμοποιήσουν βοηθήματα χαμηλής όρασης για κοντινή ή/και για μακρινή όραση. Τα βοηθήματα αυτά μπορεί να είναι
- ΠΕΡΙΣΤΑΣΙΑΚΗΣ ΧΡΗΣΗΣ
- Μεγεθυντικοί φακοί χειρός αλλά και επιτραπέζιοι
- ΑΠΕΡΙΟΡΙΣΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΗ
- Ειδικά γυαλιά-μικροσκόπια για διάβασμα
- Πρισματικά γυαλιά διαβάσματος
- Ηλεκτρονικοί αναγνώστες φορητοί ή επιτραπέζιοι
- Γυαλιά παρακολούθησης τηλεόρασης
- Τηλεσκοπικά γυαλιά για μακρινές αποστάσεις
- Ηλεκτρονικά γυαλιά αυτόματης εστίασης για μακρινή, μεσαία και κοντινή όραση